Ο (πεζό)δρομος της ελπίδας

(Άρθρο στην εφημερίδα “Η Αυγή”, 07/06/2009)

Η ζωή είναι δρόμος. Αλλά και ο δρόμος είναι ζωή, κίνηση βιωμένη, εν δράσει εμπειρία. Ακόμα και όταν στέκεσαι ακίνητος σ’ αυτόν. Ακόμα κι όταν είναι άδειος από κόσμο.

Όπως συμβαίνει τώρα εδώ.

Έχω λοιπόν σταματήσει (χαμένος μέσα σε σκέψεις) σε τούτο τον έρημο απόκεντρο πεζόδρομο της συμφοράς. Μόνο ένας μικρός -είναι δεν είναι έξι χρονών- παίζει λίγο πιο κει μόνος του στο χωμάτινο παρτέρι.

Αρχίζω σιγά σιγά να τον παρακολουθώ με την άκρη του ματιού για να μην τον ενοχλήσω. Έχει διαμορφώσει στο χώμα με τα χέρια του ένα δικό του “δρόμο”. Πάνω του κινεί ένα κίτρινο αυτοκινητάκι. Κάνει μανούβρες και διαδρομές, ενώ μιμείται τον ήχο της μηχανής. Φαίνεται απολύτως ευτυχισμένος, αποσπασμένος σ’ έναν κατά δικό του κόσμο.

Και ξάφνου η καρδιά μου πιάνεται, διακόπτοντας βίαια το λήθαργό μου. Παρατηρώ ότι έχει κατασκευάσει, σε αντίστιξη με το σπειροειδές χωμάτινο δρομολόγιό του, τρία μικρά ομοιώματα σπιτιών, χρησιμοποιώντας με απίστευτη επιδεξιότητα χαρτόνια, ξύλα και πετρούλες που βρήκε τριγύρω. Το ένα είναι κυβοειδές με δίρριχτη στέγη. Τα δύο άλλα είναι απλά ορθογώνια πρίσματα σε σχήμα Γ. Οι αναλογικές σχέσεις και η κλίμακα του πρωτόγονου μοντέλου -του αυτοκινήτου συμπεριλαμβανομένου- είναι (κατά τύχην;) σχεδόν άριστες. Τώρα μόλις, ο μικρός οδηγός (αλλά και αρχιτέκτονας) επιχειρεί να παρκάρει κάνοντας όπισθεν με προσοχή σε μια από τις “αυλές” των σπιτιών του.

Συνειδητοποιώ ότι μπροστά στα μάτια μου, στην πιο εξιδανικευμένη, αρχέτυπη έκφανσή του, συντελείται με βαθύτατη χαρά, όπως ένα αγαθό συναρπαστικό παιχνίδι, η σπουδή και η εφαρμογή της αρχιτεκτονικής, ως αποτέλεσμα αυθόρμητης επιθυμίας, σκέψης και πράξης κάθε ανθρώπου επί γης.

Σκέφτομαι : Για χρόνια προσπαθώ να πείσω τους σπουδαστές και τις σπουδάστριες στη Σχολή ότι, κατά βάση, η αρχιτεκτονική δεν τους είναι τελείως άγνωστη. Ότι ο άνθρωπος έχει εκ γενετής τη φυσική ιδιότητα, την επιθυμία και τη γνώση να κάνει στοιχειώδη αρχιτεκτονική. (Να «φτιάξει π.χ. το σπίτι του»). Τους λέω επίσης ότι η αρχιτεκτονική αλλάζει βέβαια σε κάθε ιστορική συγκυρία. Κάτι όμως από αυτήν παραμένει κατά περίεργο τρόπο πάντα ίδιο. Έτσι ώστε -όπως πάντα- το αληθινό σπίτι να διακρίνεται πάντα και απ’ όλους ότι είναι “Σπίτι”, “Οίκος”. Διακρίνεται και τώρα, εδώ και παντού (αν και για το “τώρα”, όπως και για το “μέλλον”, μερικές φορές αρχίζω πια να αμφιβάλλω).

Μέχρι προσφάτως πάντως, έννοιες όπως το σπίτι “κουτί”, το σπίτι “αγκαλιά”, το σπίτι “μήτρα”, τα σπίτια “Γ”, “Π”, “Ο”, η “εσωτερική αυλή-αίθριο” και η “στοά”, δεν ήταν ιδέες παλαιές ή καινούργιες. Ήταν (και είναι, ελπίζω) διαχρονικές. Είναι συμβολικά ιδεογράμματα, αρχιτεκτονικοί “δρόμοι”, καταγραμμένοι ως έμφυτη συλλογική γνώση στη συνείδηση του ανθρώπου. Από την οποία γεννιούνται όλες οι έντεχνες ή λαϊκές αρχιτεκτονικές του κόσμου μέσα στο χρόνο, από τις πιο στερεότυπες μέχρι και τις πιο προωθημένες.

Τούτη τη φυσική νομοτέλεια ακολουθεί και αυτός εδώ ο μικρός που αρχιτεκτονεί από ένστικτο, παίζοντας με χαρά στον πεζόδρομο (Όπως καλό θα ήταν να συνέβαινε το ίδιο καμιά φορά και στην πανεπιστημιακή αίθουσα διδασκαλίας). Γι’ αυτό η πράξη του είναι εκτός συγκεκριμένου χρόνου και τόπου. Είναι και αυτή διαχρονική και υπερτοπική. Είναι επιπλέον και άκρως ανατρεπτική, καθώς βάλλει ευθέως κατά της σημερινής κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Γιατί ο άγνωστος μπόμπιρας επιμένει να αντιμάχεται με ένα χαμόγελο, μόνος του και χωρίς καν να το ξέρει, τα παντοδύναμα (αλλά πρόσκαιρα) στρεβλωτικά πρότυπα που τον περισφίγγουν ασφυκτικά από παντού, από τις γύρω συνοικιακές πολυκατοικίες όπου κατοικεί, μέχρι τα λαμπερά φουτουριστικά κτίρια γραφείων του κέντρου και τις σχιζοφρενικές επαύλεις των προαστίων. Όλα αυτά δεν έχουν καταφέρει ακόμα να διακόψουν τη φυσική σύνδεσή του με αρχέγονες δυνάμεις που ενεργοποιούν και καθοδηγούν την ανθρώπινη τάση για πρωτογενή δημιουργία (η οποία πια, στην εποχή των αυτοματισμών, τελεί υπό διωγμό).

Ο παιδικός νους και η ψυχή φαντάζονται, αλλά και “γνωρίζουν” τί είναι στέγη, αυλή, δρόμος. Ξετυλίγουν με “λογισμό και μ’ όνειρο” τον προσωπικό τους μύθο. Ταυτοχρόνως το χέρι πράττει. Τακτοποιεί το χώμα, ανορθώνει την πέτρα, αξιοποιεί το υλικό και του δίνει μορφή.

Τούτη η έμφυτη γνώση και εμπειρία, κυρίως η πράξη της αρχιτεκτονικής και η χαρά που προκαλεί η εφαρμογή της, φαίνεται ότι εξακολουθούν να αναβλύζουν και να τροφοδοτούνται από το εσώτερο κέντρο κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Αντιστέκονται σθεναρά στους ευπρεπείς κανόνες της τρέχουσας “κουλτούρας” και της φαντασμαγορικής “εικονικής πραγματικότητας” που λειτουργούν στην επιφάνεια, στον κόσμο των έμπειρων και ενημερωμένων. Υπάρχουν λοιπόν ακόμα αποθέματα αντίστασης που ζωντανεύουν στον έρημο, ακίνητο αυτόν πεζόδρομο. Σ’ αυτή την αντίσταση πιστεύω και ελπίζω.

T.M.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *